Το κερί

Ένα νιόπαντρο ζευγάρι αδυνατεί να τεκνοποιήσει. Μια μέρα, ο σύζυγος συναντά τυχαία στον δρόμο τον παπά που τους πάντρεψε. – Γεια σας Πάτερα Ιάκωβε , με θυμόσαστε ; – Βρε βρε. Μα και βέβαια σε θυμάμαι , εγώ σε πάντρεψα πριν 2 χρόνια περίπου. Πώς πάει η οικογένεια… έχετε κάνει κανένα παιδί; – Μπα όχι, σταθήκαμε πολύ άτυχοι. Προσπαθήσαμε αλλά… – Έλα μην κάνεις έτσι. Δεν θα σε αφήσει έτσι ο θεός. Αύριο πρόκειται να πάω στο Αγιο Όρος… Με την ευκαιρία θα κάνω μια παράκληση και θα ανάψω και ένα κεράκι για σας. – Σ  ευχαριστώ πάτερ… να  σαι καλά. Περνάνε λοιπόν κάτι χρόνια… και ο πάτερ Ιάκωβος συναντά την γυναίκα με δύο μωρά στην αγκαλιά, άλλα δύο στο καροτσάκι!! – Βρε βρε. Καλημέρα… να σου ζήσουν τα παιδάκια! – Ευχαριστώ πάτερ. – Ο θεός σας βοήθησε βλέπω και αποκτήσατε επιτέλους παιδιά. – Ναι, δεν έχουμε παράπονο γι  αυτό. Έχουμε τρία δίδυμα και αυτά εδώ τα τέσσερα. Σύνολο δέκα παιδιά… και μόλις εχθές έμαθα πως είμαι πάλι έγκυος. – Αα, υπέροχα. Ο άντρας σου που είναι; – Πήγε στο Αγιο Όρος. Έφυγε βιαστικά εχθές. – Τι πήγε να κάνει στο Αγιο Όρος ; – Δεν είμαι σίγουρη. Κάτι μουρμούραγε καθώς έφευγε πως «θα έσβηνε ένα γαμημένο κερί»