Για να μην ξινίσει το κρέας


Ήταν ένας λύκος που έψαχνε να βρει φαγητό για να ταΐσει τα μικρά στη φωλιά. Έψαχνε από `δω, έψαχνε από `κεί, δεν έβρισκε τίποτα. Ώσπου κάποια στιγμή συναντάει ένα γάιδαρο σ` ένα λιβάδι να βόσκει. Εξαντλημένος όπως ήταν ο λύκος χωρίς να έχει κουράγιο να κυνηγήσει, πλησιάζει το γάιδαρο και προσπαθεί να τον πείσει να πάει μαζί του στη φωλιά για να φάνε τα λυκόπουλα. – «Έχω 10 μικρά που πεινάνε, έχουν να φάνε 5 μέρες τώρα, θα μου ψοφήσουν, σε παρακαλώ βοήθησε με, κάντο για τα μικρά.» -«Μα τι λες ρε λύκε;» του λέει. – «Σε παρακαλώ,» του ξαναλέει, «σε ικετεύω…» Τέλος πάντων με τα πολλά, τον πείθει και ξεκινούν για τη φωλιά. Στο δρόμο που πηγαίνουν, συναντούν ένα ποτάμι. Μπαίνει ο λύκος μέσα, ο γάιδαρος κάθεται και δεν κουνιέται. – «Έλα πάμε,» του λέει. – «Κοίτα,» του λέει ο γάιδαρος, «να έρθω αλλά αν μπω στο νερό και βραχεί ο πούτσος μου θα ξινίσει το κρέας και δεν θα κάνει να με φάτε μετά.» – «Και τι θα κάνουμε ρε γάιδαρε;» του λέει ο λύκος – «Μπορούμε να κάνουμε το εξής, κάτσε να ανέβω πάνω σου, να στον βάλω και θα με κουβαλήσεις στην άλλη όχθη.» Σκέφτεται λίγη ώρα ο λύκος, σκέφτεται τα λυκόπουλα που πεινάνε και τελικά το αποφασίζει. ανεβαίνει ο γάιδαρος πάνω στον λύκο, του τον φοράει κανονικά και περνάνε στην απέναντι όχθη. Με το που κατεβαίνει ο γάιδαρος του λέει ο λύκος: – «Πατά!» – «Τι;» του λέει ο γάιδαρος. – «Φύγε ρε σου λέω.» – «Τι λες ρε λύκε;» του ξαναλέει. «Και τα λυκόπουλα;» – «Βρε φύγε, του λέει, δεν σε χρειάζομαι. Θα βρω τίποτα άλλο να τους δώσω να φάνε.» – «Καλά ρε λύκο, αλλά γιατί; αφού συμφωνήσαμε…» – «Ναι, του λέει συμφωνήσαμε, ξέρεις όμως πόσα ποτάμια έχουμε να περάσουμε ακόμα μέχρι να φτάσουμε στη φωλιά;»

29/01
Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Για να μην ξινίσει το κρέας
Not safe for work
Click here to reveal